Ο σταρτάπερ με το ρισορσιζ μητινγκ του ειτς αρ

Γράφει ο Νίκος Βούστρος

Μπαίνω λοιπόν στο γνωστό καφενείο που κάνει ντιβελοπμεντ με τη μεθοδο του φρανσαϊζ (αναπτύσσεται με το σύστημα της “δικαιόχρησης” δηλαδή) και εκεί που περιμένω να πάρω το ρημαδοκαφέ -τον προκλητικά πανάκριβο, αλλά τι να κάνεις μέσα στο κέντρο της Αθήνας- ακούω άθελα μου τον διπλανό στην ουρά, φέρελπι νεαρό κοντά στα 30, να μιλά με μια ελληνίζουσα μεν, ακατανόητη δε γλώσσα.

Έλα ρε μ…… (τη γνωστή λέξη που έχει γίνει συνώνυμη του φίλε)… Διαλειμματάκι για καφέ, αλλά πρέπει να έχω «ρισορσιζ μητινγκ του ειτς αρ»

Άθελα μου, τέντωσα αυτί: “βρε, κάτι έπαθε το παλικάρι, μπορεί να χρειάζεται βοήθεια“, σκέφτηκα.

Και αρχίζει λοιπόν το παλικάρι, να εξηγεί στο φίλο, σε μια ακατανόητη γλώσσα, κυρίως αγγλικά και καμιά ελληνική ενδιάμεσα, για τη σύνδεση των εννοιών, όπως θα έλεγαν οι φιλόλογοι, να εξηγεί στο συνομιλητή του, ουσιαστικά, ότι πρέπει να πάει να συμπληρώσει το φύλλο αδειών των συναδέλφων του.

Το επηρμένο παλικαράκι, ήταν ένας μαθητευόμενος βοηθός λογιστή, σε άμισθη πρακτική, ο οποίος (φυσικά) εργαζόταν σε λογιστήριο ως βοηθός. Η δουλειά του στην πραγματικότητα ήταν να καταγράφει τις …υπερωρίες και τις άδειες των συναδέλφων του και να τις καταχωρεί στο ανάλογο πρόγραμμα, ώστε να υπολογίζονται μισθοδοσίες, εισφορές κ.ο.κ.

Όχι όμως! Σαν αξιοπρεπής ελληναράς, έπρεπε να βρει ένα τρόπο να τα μετατρέψει όλα στην αγγλική. Αυτό μας έλλειπε, αυτός ο κύριος σπουδαίος να πει πάω να καταγράψω υπερωρίες; Ποτέ! Είχε …meeting.

Στο μεταξύ, επειδή η αναμονή τραβούσε, άθελα μου συνέχισα να ακούω τη συνομιλία, σε …αυτά τα ακατονόητα αγγλο-αγγλικά, ενώ παράλληλα αναρωτιόμουν, τι στο διάβολο κακό μπορεί να έχει το να πεις “καταχωρώ υπερωρίες στο πρόγραμμα μισθοδοσίας” και πρέπει σώνει και καλά να πεις ότι έχεις “resources meeting με το Τμήμα H.R”; Τόση ξενομανία πια, τόσο που έχουμε ξεχάσει να μιλάμε με …συννενοήσιμο μεταξύ μας τρόπο;

ΟΚ, πάντα είχαμε ατομικά και συλλογικά το κόμπλεξ του επαρχιώτη, που το βλέπεις πάντα και παντού, από τον τελευταίο πανύβλακα που βγάζει …φωτοτυπίες και συστήνεται σαν …assistant manager, μέχρι και τον κάθε πρωθυπουργό που προσπαθεί να μιλήσει στους ξένους αγγλικά και αυτογελοιοποιείται. Είναι ακριβώς ίδιο κοινωνικό φαινόμενο, ακριβώς το ίδιο συλλογικό και ατομικό κόμπλεξ.

Στο μεταξύ, ο φίλος μας, συζητούσε με τον συνομιλητή του και του εξέθετε το …εμπνευσμένο επιχειρηματικό του πλάνο, το οποίο ήταν το εξής απλό, αυτό που ονειρεύεται ο κάθε έλληνας που σέβεται τον εαυτό του: Να φτιάξει μιαν “start up” με χρηματοδότηση ΕΣΠΑ και υπερτιμολόγηση, να βάλει τα λεφτά στην τσέπη, με αντικείμενο δραστηριότητας κάτι σαν να πουλάει …ψυγεία σε Εσκιμώους, μέσω διαδικτύου φυσικά σαν καλή σταρτάπ και μετά να βρει κανένα κακομοίρη με λεφτά, να του τη μοσχοπουλήσει και να …ανοίξει μπαρ στη Μύκονο!

Και όλα τα παραπάνω φυσικά, στα γνωστά …αγγλο-αγγλικά, με την ελληνική προφορά, για να ακούγονται και πιο εντυπωσιακά.

Τα “απς” (apps, εκ του applications), τα “γουεμπς” και τα “νετς” πήγαιναν και ερχόταν τηλεφωνικά, κι όσο περισσότερο άκουγα, τόσο πιο πολύ σιγουρευόμουν ότι ο έρμος δεν είχε την παραμικρή ιδεά από αυτά που …τσαμπουνούσε.

Δυστυχώς, αυτοί είμαστε. Ημιμαθείς, κομπλεξικοί, επαρχιώτες, εντός και εκτός εισαγωγικών, ψευτοκαταφερτζήδες της κακιάς ώρας. Και ακόμη δυστυχέστερα, δεν θέλουμε και να αλλάξουμε. Διότι αν απλά α) εξέλιπε αυτός ο κομπλεξικός επαρχιωτισμός και β) στρωνόμασταν στη δουλειά, δουλειά όμως, όχι μόστρα, δεν θα μας μας έφτανε κανείς!

Δεν λέω ότι όλοι είναι έτσι. Υπάρχουν αξιολογότατοι, ικανότατοι και εργατικότατοι άνθρωποι γύρω μας. Δυστυχώς όμως, οι πρώτοι είναι πολλοί και δεν τους αφήνουν να προκόψουν…

Ν.Β.